Το πεδίο που κατ εξοχήν το ελληνικό κράτος, ειδικά τα τελευταία χρόνια, ασκεί την κυριαρχία του είναι αυτό των φορολογικών βαρών, καθώς μέσω της επιβαλλόμενης φορολογίας, το κράτος αποκτά τα κύρια έσοδα του προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις δημόσιες πολιτικές.
Η διαφωνία μεταξύ πολίτη και κράτους σε σχέση με τις φορολογικές υποχρεώσεις του πρώτου συνθέτουν το πεδίο των φορολογικών διαφορών. Αυτές οι διαφωνίες έχουν να κάνουν με “λάθη” ή “αδικίες” που οι υπηρεσίες του ελληνικού κράτους διαπράττουν κατά την επιβολή και είσπραξη των φόρων.
Όταν ένας πολίτης αμφισβητεί τη βασιμότητα του επιβαλλόμενου φορολογικού βάρους τότε δύναται να προσφύγει αρχικώς στην ίδια την διοίκηση και μεταγενέστερα στα διοικητικά δικαστήρια προκειμένου να δικαιωθεί είτε εν όλω είτε εν μέρει.
Κύριο όπλο άμυνας των διοικούμενων γύρω από τις φορολογικές διαφορές είναι η γνωστή, πλέον, Ενδικοφανής Προσφυγή. Πρόκειται για μια διοικητική προσφυγή, μια αίτηση στην πραγματικότητα, προς την ελληνική φορολογική διοίκηση και συγκεκριμένα στην υπηρεσία Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, δια μέσω της οποίας ο διοικούμενος αμφισβητεί την βασιμότητα του επιβαλλόμενου φορολογικού βάρους προβάλλοντας ενστάσεις είτε σε νομικό είτε σε ουσιαστικό επίπεδο.
Η ενδικοφανής προσφυγή ασκείται εγγράφως εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της πράξης με την οποία επιβάλλεται ο σχετικός φόρος (π.χ. φόρος εισοδήματος) ή ρυθμίζεται η έννομη κατάσταση (π.χ. αλλαγή φορολογικής κατοικίας) και εντός 120 ημερών η Φορολογική Διοίκηση οφείλει να απαντήσει. Σε περίπτωση απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής (είτε ρητά είτε σιωπηρά) ο διοικούμενος δικαιούται να απευθυνθεί στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια ασκώντας Προσφυγή προκειμένου να προβάλλει, ενώπιον δικαστήρίου, πλέον, τους ισχυρισμούς αμφισβητώντας την βασιμότητα των πράξεων που έχουν εκδοθεί σε βάρος του.
Οι διοικούμενοι θα πρέπει να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικοί κατά την άσκηση των παραπάνω μέσων είτε των προσφυγών στην Διοίκηση (ενδικοφανής προσφυγή) είτε των προσφυγών στο Δικαστήριο, καθώς, ειδικά τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί μια πλούσια νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων που δικαιώνουν τους φορολογούμενους από “λάθη” ή “αδικίες” (πλημέλλειες) της Φορολογικής Διοίκησης.