Φορολογικός Έλεγχος: Τραπεζικοί λογαριασμοί
Από το 2010 η στρατηγική των Φορολογικών Αρχών άλλαξε ριζικά. Μέχρι τότε, οι Φορολογικές Αρχές αναζητούσαν την φοροδιαφυγή, μέσω του ελέγχου των, εμπορικών κυρίως, συναλλαγών των φορολογουμένων, έκτοτε, όμως, η προσοχή τους στράφηκε στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, που συνιστούν τον υπ’ αριθμόν στόχο των Φορολογικών οργάνων.
Η ανεπιφύλακτη άρση του τραπεζικού απορρήτου αποτέλεσε την αφορμή για ένα νέο κύμα φορολογικών ελέγχων, που σαν σκοπό είχαν, μέσω της επεξεργασίας των τραπεζικών λογαριασμών των φορολογουμένων, τον εντοπισμό φοροδιαφυγής.
Στο γαρφείο μας μέσω της στοχευμένης ενασχόλησης μας με φορολογικούς ελέγχους τραπεζικών συναλλαγών, καθημερινά καλούμαστε να απαντήσουμε σε εύλογες απαντήσεις των εντολέων μας, όπως:
Όχι. Μετά και την θέσπιση του Ν. 3842/2010 κάμφθηκε κάθε επιφύλαξη για την άρση του τραπεζικού απορρήτου, με αποτέλεσμα τα πιστωτικά ιδρύματα να περιλαμβάνονται στους φορείς εκείνους, που είναι υποχρεωμένοι να αποστέλλουν στοιχεία για τις συναλλαγές των φορολογουμένων στις Φορολογικές Αρχές.
Η φιλοσοφία πίσω από τον έλεγχο των τραπεζικών λογαριασμών είναι ότι στο περιεχόμενο τους ευρίσκονται εισοδήματα των φορολογουμένων τα οποία οι τελευταίοι δεν τα συμπεριέλαβαν, ως όφειλαν, στις ετησίως υποβληθείσες δηλώσεις τους.
Ναι. Σύμφωνα με την νομοθεσία και τις δικαστικές αποφάσεις έχει κριθεί ότι ο εντοπισμός της φοροδιαφυγής αποτελεί «επιτακτικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος» (ΣτΕ 884/2016).
Σύμφωνα με τις δικαστικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει κριθεί ότι «πρόκειται για μη ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο» (ΣτΕ 884/2016). Συνεπώς, δεν φαίνεται να είναι νομικά βάσιμος ο ισχυρισμός του φορολογουμένου, όταν καλείται να υποδείξει την πηγή των τραπεζικών του συναλλαγών, ότι αυτά αποτελούν προσωπικά δεδομένα.
Βεβαίως, κάθε φορολογούμενος ελέγχεται για συγκεκριμένα, ένα ή και περισσότερα έτη. Κριτήριο επομένως είναι η χρονική διάρκεια του ελέγχου. Για παράδειγμα, εάν το 2020 ελέγχεται για το φορολογικό έτος 2014, ελέγχονται οι τραπεζικοί λογαριασμοί, που τηρούσε το 2014, ανεξαρτήτως αν μεταγενέστερα αυτοί έχουν καταργηθεί ή έχει σταματήσει να είναι συνδικαιούχος τους.
Η Φορολογική Αρχή (π.χ. Δ.Ο.Υ., ΚΕΦΟΜΕΠ, ΥΕΔΔΕ κλπ), που αναλαμβάνει τον έλεγχο των τραπεζικών λογαριασμών, υποβάλει αίτημα προς τα πιστωτικά ιδρύματα παροχής στοιχείων, και εν συνεχεία τα τελευταία, της αποστέλλουν κάθε συναλλαγή όλων των ατομικών και κοινών τραπεζικών λογαριασμών (προθεσμιακών, ταμιευτηρίου, όψεως, υβριδικό κλπ) που σαν δικαιούχο ή συνδικαιούχο έχουν το Α.Φ.Μ. του ελεγχόμενου.
Κριτήριο για την αποστολή ενός λογαριασμού είναι το κατά πόσον συσχετίζεται με το Α.Φ.Μ. του φορολογουμένου.
Αρχικώς, τα φορολογικά όργανα αναλαμβάνουν να κατηγοριοποιήσουν και να ταυτοποιήσουν όλες τις συναλλαγές το φορολογουμένου, και συγκεκριμένα τις καταθέσεις του, υπό την έννοια, ότι εξ΄αυτών προκύπτει αύξηση των διαθεσίμων εισοδημάτων του.
Β. Αίτημα Παροχής Πληροφοριών
Ακολούθως τα φορολογικά όργανα και ενώ έχουν καταλήξει σε μια κατηγορία πιστώσεων που θεωρούν αδικαιολόγητες ή έστω υπό διερεύνηση, αποστέλλουν στον φορολογούμενο, συνήθως, Αίτημα Παροχής Πληροφοριών ζητώντας από τον τελευταίο εντός προθεσμίας 5 ημερών (!) να προσκομίσει στοιχεία, αιτιολογώντας τις εν λόγω πιστώσεις.
Η συγκεκριμένη προθεσμία, συνήθως, σε πρακτικό επίπεδο δεν τηρείται αυστηρά, και ρητώς ή σιωπηρώς παρατείνεται.
Το συγκεκριμένο στάδιο είναι εξαιρετικά σημαντικό καθώς η εμπειρία έχει καταδείξει και καταδεικνύει καθημερινώς, ότι αν τα στοιχεία και οι αιτιολογίες του φορολογουμένου κριθούν επαρκείς, ο φορολογικός έλεγχος σταματά σ’ αυτό το στάδιο.
Γ. Σημείωμα Διαπιστώσεων Ελέγχου
Μετά την ανταπόκριση του φορολογούμενου στο στάδιο του Αιτήματος και σε περίπτωση που οι ισχυρισμοί του είτε απορριφθούν εν όλω ή εν μέρει, τα φορολογικά όργανα, που διενεργούν τον έλεγχο, συντάσσουν Σημείωμα Διαπιστώσεων Ελέγχου, στο οποίο περιλαμβάνονται οι θέσεις τους αναφορικά με την διερεύνηση των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογουμένου και τις κοινοποιούν στον φορολογούμενο.
Επί του Σημειώματος Διαπιστώσεων Ελέγχου ο φορολογούμενος δύναται να απαντήσει υποβάλλοντας υπόμνημα εντός προθεσμίας 20 ημερών (ανελαστικά).
Δ. Έκθεση Ελέγχου – Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου.
Ακολούθως, και μετά την λήψη και επεξεργασία των ισχυρισμών του φορολογουμένου επί του Σημειώματος Διαπιστώσεων Ελέγχου, εφ όσον οι ισχυρισμοί του φορολογούμενου δεν γίνουν δεκτοί, η Φορολογική Αρχή οριστικοποιεί τα αποτελέσματα της, συντάσσοντας Έκθεση Ελέγχου και εκδίδοντας Πράξεις Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου, επιβάλλοντας φορολογικές επιβαρύνσεις.
Μόνη προστασία των φορολογουμένων η άσκηση Ενδικοφανούς Προσφυγής εντός αποκλειστικής προθεσμίας 30 ημερών από την κοινοποίηση των πράξεων ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με σκοπό την ακύρωση τους.
Σε όλα τα ανωτέρω στάδια στο γραφείο μας αναλαμβάνουμε να συντάξουμε τα υπομνήματα σας, να απαντήσουμε στους ισχυρισμούς των φορολογικών αρχών, να σταθμίσουμε τα υπέρ και τα κατά των θέσεων σας και να οργανώσουμε την άμυνα σας σ’ αυτό το απαιτητικό πλαίσιο ελέγχου.
Μόνο η άρτια και η συγκροτημένη προετοιμασία σας, μπορούν καταστούν οι πραγματικοί σας σύμμαχοι.