Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 26 του Ν. 4172/2013, και οι σχετικές οδηγίες της Φορολογικής Διοίκησης (ΠΟΛ 1056/2015 και ΠΟΛ 117/2015), οριοθετούν το πλαίσιο για τις επιχειρήσεις εκείνες, των οποίων οι απαιτήσεις εκτιμώνται, όχι απλώς ως επισφαλείς, αλλά ως ανείσπρακτες, οπότε δύνανται οι τελευταίες να υπόκεινται σε διαγραφή από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.
Ειδικότερα, οι εκ του νόμου ταχθείσες προϋποθέσεις για την διαγραφή, για λόγους φορολογίας εισοδήματος, μιας εκτιμώμενης ως ανείσπρακτης απαίτησης (νοείται χωρίς ΦΠΑ) είναι:
Εκ των ως άνω, η δεύτερη αποτελεί την πλέον κρίσιμη και ελεγκτέα προϋπόθεση, ήτοι η ανάληψη, από την επιχείρηση, που χαρακτηρίζει τις απαιτήσεις της ως ανείσπρακτες, όλων των εκ του νόμου ενεργειών είσπραξης, κατ’ εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 26 του Ν. 4172/2013.
Επομένως, ελεγκτέο για την νομιμότητα της διαγραφής των ανείσπρακτων απαιτήσεων, το κατά πόσον η επιχείρηση έλαβε όλα τα εν του νόμου μέτρα είσπραξης. Κατά τον ως άνω τρόπο η επιχείρηση που εφήρμοσε την διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 26 του Ν. 4172/2013, οφείλει να αποδείξει την λήψη μέτρων είσπραξης σε βάρος της αφερέγγυας οφειλέτριας της, εν προκειμένω της THOMAS COOK.
Τούτο έχει σαν αποτέλεσμα την μετάθεση του βάρους απόδειξης της λήψης μέτρων είσπραξης κατά της εταιρείας THOMAS COOK στην εκάστοτε επιχείρηση.
Ταύτα δε, είναι εξαιρετικά σημαντικά υπό την άποψη των μελλοντικών φορολογικών ελέγχων, καθόσον, οι διαγραφείσες απαιτήσεις εκ της THOMAS COOK από τα λογιστικά αρχεία των επιχειρήσεων, θα ελεγχούν, ως προς την νομιμότητα τους, όχι άμεσα αλλά καθ’ ό η Φορολογική Διοίκηση ελέγξει τις ετήσιες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των επίμαχων επιχειρήσεων.
Έτσι ελλοχεύει ο κίνδυνος, εάν η Φορολογική Διοίκηση δεν λάβει μια σαφή και απρουπόθετη θέση, όπως αντιστοίχως έλαβε με την έκδοση της ΠΟΛ 1170/2015 για τα πτωχευθέντα ρωσικά πρακτορεία, σε περίπτωση που οι ζημιωθείσες από την THOMAS COOK επιχειρήσεις επιλέξουν την οδο της διαγραφής των επίδικών απαιτήσεων, η Φορολογική Διοίκηση, εκ των υστέρων και χωρίς την τρέχουσα πίεση, στον μελλοντικό χρόνο των φορολογικών ελέγχων, να αγχθεί στην επιμέρους κρίση, ότι οι ελεγχόμενες επιχειρήσεις μη νομίμως διέγραψαν τις οικείες απαιτήσεις τους εκ της THOMAS COOK, είτε διότι δεν ανέλαβαν όλες τις εκ του νόμου ενέργειες είτε διότι οι αναληφθείσες ενέργειες δεν ήταν επαρκείς, με συνεπακόλουθο κίνδυνο οι σχετικές διαγραφές να χαρακτηριστούν μη νόμιμες και αντί να μειώσουν τα ακαθάριστα εισοδήματα των επιχειρήσεων να προσαυξήσουν το φορολογητέο τους εισόδημα.
Επομένως, και λαμβάνοντας υπ όψιν την, αντιστοίχως, δοθείσα λύση με έκδοση της ΠΟΛ 1170/2015 περί διαγραφής απαιτήσεων, και ουχί σχηματισμού προβλέψεων, για τις ανείσπρακτες απαιτήσεις από πτωχευθέντα ρωσικά πρακτορεία και το αντίστοιχο ισπανικό, είναι αναγκαίο και λόγους ασφάλειας δικαίου, και ειδικότερα για λόγους που συνέχονται με την αρχή της καλής νομοθέτησης, έκφανση της οποίας αποτελεί η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 2649/2017,2034/2011), και την απορρέουσα επιταγή για σαφή και προβλέψιμη εφαρμογή των εκάστοτε θεσπιζόμενων διοικητικών καταστάσεων, η Φορολογική Διοίκηση να προχωρήσει εγκαίρως στην έκδοση, σχετικής και αντίστοιχης προς την ΠΟΛ 1170/2013, απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), με αντιστοίχου περιεχομένου οδηγίες προς τα φορολογικά όργανα, ούτως ώστε οι ενδιαφερόμενοι να ενημερωθούν για την φορολογική αντιμετώπιση των υπόψη ζητημάτων.
Σε κάθε δε, άλλη περίπτωση που η Φορολογική Διοίκηση δεν ανταποκριθεί στο ως άνω εύλογο και νόμιμο αίτημα και εν όψει των πραγματικών περιστατικών που ομοιάζουν προς τα γεγονότα και τα κριτήρια που έλαβε υπ όψιν της η ΠΟΛ 1170/2015, δέον οι επιχειρήσεις να διεκπεραιώσουν τις οικείες φορολογικές τους υποχρεώσεις για το φορολογικό έτος 2020, κατ’ εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 26 του Ν. 4172/2013, υποβάλλοντας δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με επιφύλαξη για τις επίδικες απαιτήσεις, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20 του Ν. 4174/2013[1], τις οποίες θα έχουν, προγενεστέρως, διαγράψει ως ανείσπρακτες, μεταθέτοντας, κατά τον ως άνω τρόπο, το βάρος προς την Φορολογική Διοίκηση να ανταποκριθεί και να εκκαθαρίσει τις οικείες δηλώσεις, λαμβάνοντας σαφή διοικητική θέση, άμεσα και πάντως εντός του 2020, ως προς το ζήτημα των ανείσπρακτων απαιτήσεων από την THOMAS COOK.
Σε κάθε δε, περίπτωση ενόσω η Φορολογική Διοίκηση δεν λαμβάνει μια σαφή θέση ως προς το ως άνω ζήτημα και όσο οι επιπτώσεις από την κατάρρευση της THOMAS COOK δεν έχουν ξεπεραστεί από τον οικονομικό κύκλο, πρέπει για λόγους ακολουθητέας τακτικής να προκληθεί η Φορολογική Διοίκηση και συνακόλουθα και τα Τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια να λάβουν θέση ως προς τις απαιτήσεις των επιχειρήσεων από την THOMAS COOK.
Αντίθετα όσο η λύση του εν λόγω προβλήματος μετατίθεται στο μέλλον υφίσταται ο κίνδυνος οι απαιτήσεις εκ της THOMAS COOK να μην εκτιμηθούν, εκ των φορολογικών οργάνων, ως ανείσπρακτες και όσες επιχειρήσεις επιλέξουν την οδό της διαγραφής των επίμαχων απαιτήσεων να βρεθούν αντιμέτωποι με τα όργανα της φορολογικής αρχής, και την πιθανή απαίτηση των τελευταίων για απόδειξη λήψης όλων των εκ του νόμου ενεργειών είσπραξης.
Εν όψει του συνόλου των ανωτέρω το μείζων ζήτημα, το οποίο καλούνται να απαντήσουν οι εμπλεκόμενες και ζημιωθείσες επιχειρήσεις, είναι το πως θα αντιμετωπίσουν, για λόγους φορολογίας εισοδήματος, τις de facto ανείσπρακτες απαιτήσεις τους εκ της THOMAS COOK, στην περίπτωση κατά την οποία η Φορολογική Διοίκηση δεν ανταποκριθεί στο εύλογο και νόμιμο αίτημα για την επέκταση της ΠΟΛ 1170/2015 και στις απαιτήσεις εκ της THOMAS COOK.